Συνέντευξη με την Ιωάννα Σκλιάμη: Red Flags και μύθοι γύρω από το Criminal Profiling
- theonidrakou
- Aug 25
- 11 min read
Updated: Sep 29

Η Ιωάννα Σκλιάμη, Ψυχολόγος (BSc) με μετεκπαίδευση στη Συνθετική Ψυχοθεραπεία και Εγκληματολόγος (MSc), μέλος της Ελληνικής Ψυχολογικής Εταιρείας και της Ελληνικής Εταιρείας Εγκληματολογίας, μας ανοίγει ένα παράθυρο στον κόσμο της εγκληματικής συμπεριφοράς. Μέσα από τη συνέντευξη αυτή, αναλύει επιστημονικά αλλά κατανοητά τα μυστικά του criminal profiling, αποδομώντας μύθους και φωτίζοντας την ψυχολογία πίσω από τις πράξεις ενός εγκληματία. Μοιράζεται μαζί μας πολύτιμες γνώσεις σχετικά με την πρόβλεψη της εγκληματικής συμπεριφοράς, τα red flags, το nature vs nurture και προσφέρει χρήσιμες πληροφορίες στο κοινό.
Θα μπορούσατε να μας πείτε λίγα λόγια για την επαγγελματική σας πορεία και τι σας οδήγησε στον συνδυασμό εγκληματολογίας και ψυχολογίας;
Η ακαδημαϊκή μου πορεία ξεκίνησε με το Τμήμα της Θεολογίας, στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Εκεί ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή με ερωτήματα που άγγιζαν το βάθος της ανθρώπινης ύπαρξης, τις ηθικές συγκρούσεις και τις υπαρξιακές διαδρομές του ανθρώπου. Μέσα από αυτή την αναζήτηση γεννήθηκε σταδιακά η ανάγκη να πλησιάσω τον άνθρωπο πιο βιωματικά και ουσιαστικά, όχι μόνο ως θεωρητική οντότητα, αλλά και ως ζωντανή παρουσία, με ανάγκες, τραύματα και δυναμική εξέλιξης. Έτσι οδηγήθηκα στην Ψυχολογία, που μου έδωσε το επιστημονικό εργαλείο να συναντώ τον άλλον άνθρωπο με τρόπο άμεσο, ενσυναίσθητο και θεραπευτικό.
Στη συνέχεια, το ενδιαφέρον μου για την ανθρώπινη συμπεριφορά πήρε μια πιο συγκεκριμένη, και θα έλεγα σκοτεινή, κατεύθυνση: την Εγκληματολογία. Από νωρίς με συγκλόνιζε το ερώτημα τι είναι αυτό που οδηγεί έναν άνθρωπο στο έγκλημα. Για μένα, το έγκλημα δεν είναι ποτέ ένα «στιγμιαίο» γεγονός· είναι προϊόν σύνθετων κοινωνικών, ψυχολογικών και πολιτισμικών διεργασιών. Ποιες εμπειρίες, ποια τραύματα, ποια πρότυπα διαμορφώνουν τον δράστη; Υπάρχουν επαναλαμβανόμενα μοτίβα; Πώς αλληλεπιδρά η ατομική ψυχοπαθολογία με το κοινωνικό πλαίσιο, και σε ποιο βαθμό η εγκληματική συμπεριφορά αποτελεί συνειδητή επιλογή ή προϊόν ψυχικών και κοινωνικών αδιεξόδων. Αυτή η αναζήτηση με οδήγησε να εμβαθύνω επιστημονικά στην εγκληματολογία, θεωρώντας τη φυσική συνέχεια και συμπλήρωμα της ψυχολογίας.
Στο πέρασμα των χρόνων, μέσα από σπουδές, σεμινάρια και πιστοποιήσεις στο criminal profiling, την ανακριτική και τη δικαστική ψυχολογία, άρχισα να βλέπω τον δράστη όχι μόνο ως αυτόν που «πράττει», αλλά και ως προϊόν μιας διαδρομής. Η πρόθεσή μου δεν είναι να τον δικαιολογήσω, αλλά να τον κατανοήσω επιστημονικά, ώστε ως επιστήμονας να μπορώ να συμβάλω στην πρόληψη, την αποτροπή και την προστασία της κοινωνίας.
Ο συνδυασμός Ψυχολογίας και Εγκληματολογίας δεν ήταν λοιπόν τυχαίος· ήταν μια φυσική εξέλιξη για μένα. Οι δύο επιστήμες μαζί, μου δίνουν τη δυνατότητα να προσεγγίζω την ανθρώπινη συμπεριφορά ολιστικά, από την εσωτερική ψυχική της δυναμική έως το κοινωνικό πλαίσιο που τη γεννά και τη διαμορφώνει. Και αυτό είναι που με εμπνέει: η δυνατότητα να συνδέω το ατομικό με το συλλογικό και να φωτίζω το «γιατί» πίσω από κάθε ανθρώπινη πράξη.
Υπάρχει κάποια εμπειρία ή συγκεκριμένο περιστατικό που θεωρείτε καθοριστικό για την επαγγελματική σας διαδρομή;
Υπήρξαν αρκετές στιγμές που με καθόρισαν, αλλά μία εμπειρία που θεωρώ καταλυτική ήταν όταν, στην αρχή της πορείας μου, ήρθα σε επαφή με υποθέσεις ανθρώπων που κουβαλούσαν χρόνιο τραύμα και βία «σιωπηλή», όχι απαραίτητα ορατή. Θυμάμαι γυναίκες που είχαν ζήσει χρόνια μέσα σε ενδοοικογενειακή κακοποίηση, φοβούμενες να μιλήσουν, και μέσα από τη θεραπευτική διαδικασία άρχισαν να ξαναβρίσκουν τη φωνή τους και την αίσθηση του εαυτού τους.
Αυτό που με σημάδεψε δεν ήταν μόνο η δύναμή τους, αλλά και η συνειδητοποίηση ότι πίσω από κάθε εγκληματική πράξη ή θυματοποίηση υπάρχει μια ολόκληρη διαδρομή - ψυχολογική, κοινωνική, πολιτισμική. Κατάλαβα ότι το έγκλημα και το τραύμα δεν είναι στιγμιαία φαινόμενα· είναι αποτέλεσμα σύνθετων διεργασιών.
Εκείνη η εμπειρία με ώθησε να στραφώ πιο συνειδητά στην εγκληματολογία, ώστε να συνδέσω το ψυχικό με το κοινωνικό, το ατομικό με το συλλογικό. Με έκανε να καταλάβω πόσο σημαντικό είναι να προσεγγίζουμε τον άνθρωπο όχι μόνο με επιστημονική ακρίβεια, αλλά και με ανθρωπιά. Και αυτή παραμένει μέχρι σήμερα η κατεύθυνση που με εμπνέει στην επαγγελματική μου διαδρομή.
Ίσως αυτό που με καθόρισε περισσότερο ήταν η κατανόηση ότι πίσω από κάθε έγκλημα υπάρχει πάντα μια ιστορία. Και αυτή η ιστορία αξίζει να φωτιστεί.
Τι ακριβώς εννοούμε όταν μιλάμε για το profiling ενός εγκληματία και ποιος είναι ο πραγματικός του ρόλος στην εγκληματολογία;
Το profiling είναι μια αναλυτική διαδικασία που στοχεύει στη σκιαγράφηση ενός πιθανού δράστη, βασισμένη στα ψυχολογικά, συμπεριφορικά και εγκληματολογικά δεδομένα που προκύπτουν από τη μελέτη του εγκλήματος. Εξετάζονται στοιχεία όπως: ο τρόπος τέλεσης της πράξης (modus operandi), ο τόπος του εγκλήματος, η επιλογή του θύματος, η στάση του δράστη απέναντι στο σώμα ή το αντικείμενο του εγκλήματος, και φυσικά τα μοτίβα που ενδέχεται να επαναλαμβάνονται.
Δεν πρόκειται για μια «μυστικιστική» ικανότητα, όπως παρουσιάζεται συχνά στη μυθοπλασία, αλλά για εργαλείο που βασίζεται στη σύνθεση εγκληματολογικής ανάλυσης, ψυχολογικών θεωριών, στατιστικών μοντέλων και εμπειρικών δεδομένων από παρόμοιες υποθέσεις.
Ο πραγματικός του ρόλος στην εγκληματολογία είναι υποστηρικτικός. Δεν «αποκαλύπτει» από μόνο του τον ένοχο, αλλά συμβάλλει στην κατανόηση της ψυχοδυναμικής του δράστη, στον περιορισμό του κύκλου των υπόπτων και στη διαμόρφωση μιας στρατηγικής για την ανάκριση ή την πρόληψη. Λειτουργεί συνδυαστικά με άλλες μεθόδους: εγκληματολογική έρευνα, ιατροδικαστικά ευρήματα, ανάλυση επικοινωνίας και ψηφιακών ιχνών.
Σημαντικό είναι να θυμόμαστε ότι το profiling δεν είναι μαντική τέχνη. Δεν προβλέπει μεμονωμένα ποιος θα εγκληματήσει, ούτε αποδίδει ευθύνη. Αντίθετα, φωτίζει τα συστημικά και ψυχικά μοτίβα που μπορεί να οδηγήσουν στη βία. Στην πράξη, είναι ένας τρόπος να δούμε πίσω από την πράξη: να κατανοήσουμε το ψυχολογικό υπόβαθρο, την κοινωνική πραγματικότητα και τις δυναμικές που έπαιξαν ρόλο. Και αυτό μπορεί να είναι καθοριστικό τόσο για την έρευνα όσο και για την πρόληψη μελλοντικών εγκλημάτων.
Ποια είναι τα πιο συχνά red flags ή προειδοποιητικά σημάδια που παρατηρούν οι επαγγελματίες σε άτομα με πιθανή εγκληματική συμπεριφορά και πως μπορεί η έγκαιρη αναγνώριση τους να βοηθήσει στην πρόληψη εγκληματικών ενεργειών;
Στην επιστημονική πράξη μιλάμε για «ενδείξεις κινδύνου» και όχι για βεβαιότητες. Δεν μπορούμε να πούμε με ακρίβεια ότι ένα συγκεκριμένο χαρακτηριστικό οδηγεί κάποιον στην εγκληματικότητα. Ωστόσο, υπάρχουν μοτίβα που οι επαγγελματίες παρατηρούμε συχνά.
Κάποια από τα πιο συχνά red flags είναι:
Ιστορικό κακοποίησης ή σοβαρής παραμέλησης στην παιδική ηλικία, που μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη υγιών σχέσεων.
Επαναλαμβανόμενα πρότυπα βίας - λεκτικής, σωματικής ή ψυχολογικής - σε σχέσεις με συνομηλίκους, στην οικογένεια ή αργότερα στις συντροφικές σχέσεις.
Έλλειψη ενσυναίσθησης και δυσκολία ανάληψης ευθύνης για πράξεις που προκαλούν πόνο σε άλλους.
Παραβίαση ορίων και κανόνων με επιθετικότητα ή χειριστικότητα.
Σε πιο πρώιμο στάδιο, έντονη σκληρότητα απέναντι σε ζώα ή αδύναμους μπορεί να αποτελέσει ένδειξη που οι επαγγελματίες αξιολογούν με προσοχή.
Παράλληλα, δεν πρέπει να παραβλέπουμε και τα «συστημικά» red flags: περιβάλλοντα με χρόνια παραμέληση, κοινωνικό αποκλεισμό, απουσία θετικών προτύπων ή βίαιη κουλτούρα, τα οποία ενισχύουν σημαντικά την πιθανότητα εμφάνισης παραβατικής συμπεριφοράς, ειδικά σε νεαρές ηλικίες.
Η έγκαιρη αναγνώριση τέτοιων συμπεριφορών δεν γίνεται για να «προφητέψουμε» τον μελλοντικό εγκληματία, αλλά για να υπάρξει παρέμβαση πρόληψης: ψυχολογική στήριξη, κοινωνικές υπηρεσίες, εκπαιδευτικά προγράμματα. Όσο πιο νωρίς εντοπιστούν τα μοτίβα, τόσο περισσότερες πιθανότητες έχουμε να σπάσουμε τον κύκλο της βίας και να προσφέρουμε στον άνθρωπο εναλλακτικούς δρόμους έκφρασης και σύνδεσης.
Είναι κρίσιμο να θυμόμαστε ότι τα red flags από μόνα τους δεν καθορίζουν το μέλλον κάποιου. Η εγκληματική συμπεριφορά είναι αποτέλεσμα σύνθετων αλληλεπιδράσεων ανάμεσα στη φύση (προσωπικότητα, βιολογία) και την ανατροφή (οικογένεια, κοινωνικό πλαίσιο). Για αυτό και η δουλειά μας είναι να βλέπουμε τον άνθρωπο ολιστικά και όχι μέσα από ένα μόνο σημάδι.
Σύμφωνα με την δική σας εμπειρία ποιοι παράγοντες - βιολογικοί ή περιβαλλοντικοί (nature vs nurture) φαίνεται να παίζουν τον πιο καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη εγκληματικών τάσεων;
Η συζήτηση γύρω από το nature vs nurture, τη φύση και την ανατροφή, αποτελεί ένα από τα πιο διαχρονικά ερωτήματα στην εγκληματολογία και την ψυχολογία. Αν και στο παρελθόν υπήρξε ενδιαφέρον για βιολογικές εξηγήσεις της εγκληματικής συμπεριφοράς, η σύγχρονη επιστημονική γνώση και η κλινική εμπειρία εστιάζουν όλο και περισσότερο στον καθοριστικό ρόλο του περιβάλλοντος.
Παράγοντες όπως το παιδικό τραύμα, η κακοποίηση, η παραμέληση, η έκθεση σε βία, η έλλειψη σταθερών και υποστηρικτικών σχέσεων, η κοινωνική ανισότητα και τα πολιτισμικά πρότυπα που ενισχύουν τη βία, φαίνεται να είναι οι πλέον καθοριστικοί. Δεν μιλάμε για μία «προδιάθεση» στο έγκλημα, αλλά για ένα σύνολο εμπειριών που, συσσωρευτικά, μπορεί να οδηγήσουν στην υιοθέτηση παραβατικών συμπεριφορών.
Αντίστοιχα, η ύπαρξη προστατευτικών παραγόντων, ασφαλής δεσμός, θετικά πρότυπα, πρόσβαση στην εκπαίδευση και σε ψυχολογική στήριξη, μπορεί να λειτουργήσει προστατευτικά, ακόμη και σε δύσκολες συνθήκες. Αυτό αναδεικνύει τη σημασία της πρόληψης: αν εντοπίσουμε έγκαιρα τις συνθήκες που ενισχύουν τον κίνδυνο, μπορούμε να παρέμβουμε, να στηρίξουμε και να αποτρέψουμε.
Η εγκληματική συμπεριφορά δεν είναι ούτε έμφυτη ούτε αναπόφευκτη. Είναι προϊόν σύνθετων κοινωνικών και ψυχοσυναισθηματικών διεργασιών και όταν τις αναγνωρίσουμε έγκαιρα, υπάρχει πάντα περιθώριο για αλλαγή.
Ποιοι είναι οι πιο συχνοί μύθοι γύρω από το profiling που θα θέλατε να αποδομήσετε για το κοινό;
Υπάρχουν αρκετοί μύθοι γύρω από το criminal profiling που αξίζει να αποδομηθούν:
Ο profiler «μαντεύει» τον ένοχο
Στην πραγματικότητα, το profiling δεν είναι μαντική τέχνη. Δεν αποκαλύπτει ποιος είναι ο δράστης, αλλά σκιαγραφεί πιθανά χαρακτηριστικά με βάση δεδομένα, μοτίβα και ανάλυση. Είναι εργαλείο έρευνας, όχι αποκάλυψης.
Το προφίλ είναι αλάνθαστο
Καμία ανάλυση δεν είναι 100% ακριβής. Το profiling προσφέρει υποθέσεις και κατευθύνσεις, οι οποίες πρέπει πάντα να διασταυρώνονται με ανακριτικά, ιατροδικαστικά και εγκληματολογικά στοιχεία.
Υπάρχει «τυπικός εγκληματίας»
Δεν υπάρχει ένα ενιαίο προφίλ εγκληματία. Κάθε δράστης φέρει το δικό του ψυχοκοινωνικό υπόβαθρο, που διαμορφώνεται από πολλούς και διαφορετικούς παράγοντες.
Ο profiler βασίζεται στη διαίσθηση
Η διαίσθηση δεν αντικαθιστά τη μεθοδική ανάλυση. Το profiling στηρίζεται σε επιστημονικές μεθοδολογίες: ανάλυση τόπου εγκλήματος, στατιστικά δεδομένα, patterns συμπεριφοράς.
Το profiling προβλέπει ποιος θα εγκληματήσει
Αυτός είναι ένας από τους πιο επικίνδυνους μύθους. Το profiling δεν είναι εργαλείο πρόβλεψης. Δεν λέμε «αυτό το άτομο θα διαπράξει έγκλημα». Ο στόχος είναι η ερμηνεία, όχι η προφητεία.
Ο εγκληματίας φαίνεται από την εμφάνιση
Η ιδέα ότι αναγνωρίζουμε τον εγκληματία από εξωτερικά χαρακτηριστικά είναι απομεινάρι παρωχημένων θεωριών, όπως ο κρανιομετρισμός. Δεν υπάρχει «εγκληματικό πρόσωπο».
Όλοι οι serial killers είναι ψυχοπαθείς
Η ψυχοπαθητική δομή είναι ένας μόνο τύπος προσωπικότητας και δεν ισοδυναμεί με εγκληματική συμπεριφορά. Οι δράστες έχουν πολύ διαφορετικά προφίλ.
Το profiling είναι ίδιο σε όλες τις χώρες
Αντίθετα, διαφέρει ανάλογα με το νομικό και πολιτισμικό πλαίσιο. Υπάρχουν διαφορετικές σχολές και πρακτικές (π.χ. FBI, Βρετανικό μοντέλο, Ευρωπαϊκές προσεγγίσεις).
Το profiling είναι δουλειά μόνο της Αστυνομίας
Συμμετέχουν επαγγελματίες από πολλούς κλάδους: ψυχολόγοι, εγκληματολόγοι, κοινωνιολόγοι, ιατροδικαστές. Είναι μια συλλογική, διεπιστημονική διαδικασία.
Το προφίλ του εγκληματία παραμένει σταθερό
Οι δράστες συχνά αλλάζουν στρατηγικές, εξελίσσουν τη συμπεριφορά τους ή προσπαθούν να παραπλανήσουν τις αρχές. Για αυτό και το profiling είναι μια δυναμική, εξελισσόμενη διαδικασία.
Συμπερασματικά, το criminal profiling είναι ένα πολύτιμο εργαλείο για την κατανόηση της εγκληματικής συμπεριφοράς, αρκεί να το αντιμετωπίζουμε με ρεαλισμό. Δεν προσφέρει μαγικές λύσεις, αλλά συμβάλλει ουσιαστικά στην έρευνα και, σε δεύτερο χρόνο, στην πρόληψη.
Ποια λάθη παρατηρείτε συχνότερα στην παρουσίαση της πρόβλεψης εγκληματικής συμπεριφοράς από τα μέσα ενημέρωσης ή το ευρύ κοινό;
Συχνά τα μέσα ενημέρωσης, αλλά και το ευρύ κοινό, παρουσιάζουν την πρόβλεψη εγκληματικής συμπεριφοράς με τρόπους που παραπλανούν. Μερικά από τα πιο συνηθισμένα λάθη είναι:
Η υπεραπλούστευση: Η εγκληματικότητα παρουσιάζεται σαν να υπάρχει ένα «μοτίβο» που ακολουθούν όλοι οι δράστες. Στην πραγματικότητα, κάθε περίπτωση είναι μοναδική, με δικά της βιογραφικά, ψυχολογικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά.
Η μοιρολατρία: Συχνά ακούμε ότι «όποιος είχε τραυματική παιδική ηλικία θα καταλήξει εγκληματίας». Αυτό είναι αναληθές και επικίνδυνο. Το τραύμα μπορεί να αυξήσει την ευαλωτότητα, αλλά δεν καθορίζει το μέλλον. Υπάρχουν σημαντικοί προστατευτικοί παράγοντες που μπορούν να λειτουργήσουν προστατευτικά και να αλλάξουν την πορεία ενός ανθρώπου.
Η δαιμονοποίηση: Τα ΜΜΕ παρουσιάζουν συχνά τον εγκληματία ως «τέρας» ή «αρρωστημένο μυαλό». Αυτή η εικόνα αποκόπτει την κατανόηση του ψυχοκοινωνικού πλαισίου και των τραυμάτων που προηγούνται του εγκλήματος, ενισχύοντας τον φόβο και το στίγμα αντί για τη γνώση.
Η σύγχυση μεταξύ πρόβλεψης και περιγραφής: Το profiling δεν προβλέπει ποιος θα εγκληματήσει. Περιγράφει πιθανά χαρακτηριστικά του δράστη με βάση τα στοιχεία του εγκλήματος. Τα μέσα το παρουσιάζουν συχνά ως «μαντική τέχνη», ενώ στην ουσία είναι επιστημονικό, αναλυτικό εργαλείο.
Η έλλειψη αναφοράς στην πρόληψη: Η δημοσιότητα σταματάει συχνά στην ταυτοποίηση του εγκληματία. Σπάνια βλέπουμε προβολή τού πώς η γνώση αυτών των παραγόντων μπορεί να αξιοποιηθεί για πρόληψη, κοινωνικές παρεμβάσεις και ουσιαστική στήριξη των ευάλωτων ομάδων.
Με λίγα λόγια, το μεγαλύτερο λάθος είναι ότι τα μέσα παρουσιάζουν την εγκληματική συμπεριφορά σαν κάτι σχεδόν μυθοποιημένο ή προδιαγεγραμμένο. Ενώ στην πραγματικότητα, μιλάμε για πολυεπίπεδες διεργασίες που χρειάζονται σοβαρή, επιστημονική προσέγγιση.
Η δική μας δουλειά δεν είναι να αναπαράγουμε στερεότυπα, αλλά να τα αποδομούμε. Να δείχνουμε ότι η κατανόηση της εγκληματικής συμπεριφοράς μπορεί να συμβάλει όχι μόνο στη διαλεύκανση, αλλά κυρίως, στην πρόληψη και την κοινωνική αποκατάσταση.
Μπορείτε να μοιραστείτε ένα παράδειγμα όπου το profiling βοήθησε στην κατανόηση ή πρόληψη ενός εγκλήματος;
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα που δείχνουν πώς το profiling μπορεί να συμβάλει στην κατανόηση ενός εγκλήματος είναι η υπόθεση του BTK Killer στις ΗΠΑ, του Dennis Rader, ο οποίος παρέμεινε ασύλληπτος για δεκαετίες, έχοντας διαπράξει τουλάχιστον 10 δολοφονίες.
Το στοιχείο που έκανε την υπόθεση ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ήταν η επικοινωνία του ίδιου του δράστη με τις αρχές και τα ΜΜΕ. Έστελνε γράμματα και κωδικοποιημένα στοιχεία, επιδιώκοντας έλεγχο, πρόκληση και αναγνώριση. Οι profilers ανέλυσαν όχι μόνο τον τρόπο δράσης του, αλλά και τη γλώσσα που χρησιμοποιούσε, το ύφος γραφής, τις εμμονές του και τον τρόπο που «παρουσίαζε» τον εαυτό του.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, το προφίλ που σκιαγραφήθηκε ήταν ενός άνδρα μέσης ηλικίας, κοινωνικά ενταγμένου, με υψηλή οργανωτικότητα, έντονα ναρκισσιστικά στοιχεία και διπλή ζωή: από τη μία πλευρά ένας «κανονικός» οικογενειάρχης, και από την άλλη ένας υπολογιστικός, οργανωμένος εγκληματίας. Όταν τελικά συνελήφθη, διαπιστώθηκε ότι το προφίλ ταίριαζε απόλυτα με την ταυτότητά του.
Αυτό που έχει σημασία να υπογραμμίσουμε είναι ότι το profiling δεν «αποκάλυψε» το όνομα του δράστη. Αντιθέτως, βοήθησε τις αρχές να κατανοήσουν τον ψυχολογικό του μηχανισμό και τη στρατηγική του. Μέσα από αυτή την κατανόηση, κατάφεραν να τον «προκαλέσουν» μέσω των ΜΜΕ, μέχρι που έκανε το κρίσιμο λάθος που οδήγησε τελικά στη σύλληψή του.
Το παράδειγμα αυτό αναδεικνύει με σαφήνεια ότι το profiling δεν είναι μαντεία, αλλά εργαλείο επιστημονικής κατανόησης και στοχευμένης παρέμβασης. Δεν μας λέει ποιος είναι ο εγκληματίας, αλλά μας βοηθάει να καταλάβουμε πώς σκέφτεται, πώς δρα, τι χρειάζεται ή τι φοβάται. Και αυτή η γνώση μπορεί να είναι καθοριστική τόσο για τη διαλεύκανση, όσο και για την πρόληψη μελλοντικών εγκληματικών ενεργειών. Το έγκλημα δεν γεννιέται ποτέ στο κενό και το profiling μάς βοηθά να φωτίσουμε τα κρυμμένα μοτίβα που το γεννούν.
Τι θεωρείτε ότι πρέπει να γνωρίζει το κοινό για να αποκτήσει ρεαλιστική εικόνα της ψυχολογίας ενός εγκληματία και να αποφύγει μύθους ή παρανοήσεις;
Αυτό που θα ήθελα να γνωρίζει το κοινό είναι ότι η ψυχολογία ενός εγκληματία δεν είναι κάτι «εξωπραγματικό» ή «μυθικό». Δεν μιλάμε για τέρατα που γεννιούνται έτσι, αλλά για ανθρώπους που προέρχονται από συγκεκριμένα βιώματα, κουβαλούν αόρατα τραύματα και διαμορφώθηκαν μέσα σε περιβάλλοντα όπου συχνά η βία, η εγκατάλειψη ή η απόρριψη ήταν καθημερινότητα.
Ορισμένα βασικά σημεία που είναι σημαντικό να κρατήσουμε:
Δεν υπάρχει ένα ενιαίο «προφίλ εγκληματία».
Κάθε περίπτωση είναι μοναδική και επηρεάζεται από πληθώρα παραγόντων, ψυχολογικών, κοινωνικών, πολιτισμικών και διαπροσωπικών. Οι δράστες δεν είναι όλοι ίδιοι, και δεν αναπτύσσουν την εγκληματική τους συμπεριφορά για τους ίδιους λόγους.
Η εγκληματική πράξη δεν προκύπτει σε «κενό».
Τις περισσότερες φορές είναι το αποτέλεσμα μιας πορείας, ενός συσσωρευμένου τραύματος, διαρκών απορρίψεων, ανεπάρκειας υποστηρικτικών δεσμών και απουσίας ασφαλών πλαισίων.
Δεν είναι όλοι οι εγκληματίες ψυχοπαθείς, ούτε όλοι οι ψυχοπαθείς εγκληματούν. Η σύγχυση μεταξύ ψυχοπαθητικής δομής και εγκληματικής πράξης είναι ένας διαδεδομένος αλλά λανθασμένος μύθος, που οδηγεί σε στιγματισμό της ψυχικής υγείας. Η πλειοψηφία των ανθρώπων με ψυχικές διαταραχές δεν έχει καμία σχέση με βίαιες ή εγκληματικές συμπεριφορές.
Η πρόληψη είναι πιο ουσιαστική από την τιμωρία.
Όσο περισσότερο επικεντρωνόμαστε μόνο στο «ποιος θα τιμωρηθεί», τόσο απομακρυνόμαστε από την ουσία: πώς μπορούμε να προλάβουμε τη βία, να ενισχύσουμε τους προστατευτικούς παράγοντες και να παρέμβουμε έγκαιρα σε νεαρά άτομα που δείχνουν σημάδια κινδύνου.
Ο εγκληματίας παραμένει άνθρωπος.
Δεν σημαίνει ότι δικαιολογούμε τις πράξεις του, αλλά ότι αναγνωρίζουμε πως πίσω από την εγκληματική συμπεριφορά υπάρχει ένα υπόβαθρο που έχει νόημα να φωτιστεί, ώστε να κατανοήσουμε, να προλάβουμε, και όπου γίνεται, να αποκαταστήσουμε.
Η ψυχολογία του εγκληματία δεν πρέπει να ιδωθεί ως απόκλιση «εκτός ανθρώπου», αλλά ως μία από τις πιο σκοτεινές, πολύπλοκες εκφράσεις της ανθρώπινης συμπεριφοράς.
Όπως έλεγε ο Carl Jung: "Ό,τι αρνούμαστε να αντιμετωπίσουμε μέσα μας, θα το συναντήσουμε ως πεπρωμένο έξω από εμάς."
Αν μπορούσατε να αφήσετε ένα μήνυμα ή μια σκέψη για όσους ενδιαφέρονται για την κατανόηση της εγκληματικής συμπεριφοράς και του criminal profiling, ποιο θα ήταν αυτό;
Αν μπορούσα να αφήσω ένα μήνυμα, θα ήταν το εξής:
Η κατανόηση της εγκληματικής συμπεριφοράς δεν είναι μια απλή περιέργεια γύρω από το «σκοτεινό» ή το «ακραίο». Είναι μια ουσιαστική προσπάθεια να φωτίσουμε τις πιο δύσκολες, αθέατες πλευρές της ανθρώπινης ύπαρξης. Το έγκλημα δεν γεννιέται στο κενό. Είναι το αποτέλεσμα μιας διαδρομής, ψυχικής, κοινωνικής, πολιτισμικής, που αξίζει να ερευνηθεί όχι για να δικαιολογηθεί, αλλά για να κατανοηθεί και να προληφθεί.
Το criminal profiling δεν είναι μαγική τέχνη ούτε απλός εντοπισμός του ενόχου. Είναι ένα επιστημονικό εργαλείο που μας επιτρέπει να αναγνωρίσουμε μοτίβα, να κατανοήσουμε ψυχικούς μηχανισμούς και να συνδέσουμε τη συμπεριφορά με το κοινωνικό και προσωπικό της πλαίσιο, κατανοώντας τις συνθήκες μέσα στις οποίες διαμορφώθηκε. Και όσο πιο καλά καταλαβαίνουμε, τόσο περισσότερο μπορούμε να προστατεύσουμε.
Η κατανόηση δεν σημαίνει αθώωση. Σημαίνει να βλέπουμε πίσω από την πράξη τον άνθρωπο, όχι για να τον απαλλάξουμε από την ευθύνη, αλλά για να κατανοήσουμε τι τον οδήγησε εκεί και πώς μπορούμε να προλάβουμε άλλους από το να ακολουθήσουν την ίδια πορεία.
Για μένα, η μελέτη της εγκληματικής συμπεριφοράς δεν είναι μελέτη του «κακού»· είναι αναζήτηση νοήματος, πρόληψης και δυνατότητας αλλαγής. Γιατί τελικά, όσο περισσότερο κατανοούμε, τόσο περισσότερο μπορούμε να προλαμβάνουμε.
Όπως έλεγε ο Viktor Frankl: "Όταν δεν μπορούμε πια να αλλάξουμε μια κατάσταση, καλούμαστε να αλλάξουμε τον εαυτό μας."
Η εγκληματολογία συνεχώς εξελίσσεται και μέσα από τέτοιου είδους συζητήσεις μπορούμε να δούμε πως φωτίζονται οι δύσκολες και σκοτεινές πτυχές της ανθρώπινης φύσης, ανοίγοντας τον δρόμο για περισσότερη γνώση, κατανόηση και τελικά μία κοινωνία πιο ενημερωμένη.
Σε αυτό το σημείο, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά την κα Ιωάννα Σκλιάμη για τον χρόνο της και τις πολύτιμες γνώσεις που μοιράστηκε μαζί μας. Η συνέντευξη αυτή μας έδωσε μια μοναδική ευκαιρία να κατανοήσουμε καλύτερα την ανθρώπινη συμπεριφορά, την εγκληματολογία και το criminal profiling, μέσα από μια επιστημονική ματιά γεμάτη γνώση και εμπειρία.
ΥΓ. Απολαύστε τη συνέντευξη και κρατήστε ανοιχτό μυαλό - η γνώση είναι το πιο ισχυρό εργαλείο για να κατανοήσουμε τον κόσμο γύρω μας!



Comments